Η Σίφνος είναι νησί των Δυτικών Κυκλάδων μεταξύ Σερίφου και Κίμωλου, από την οποία, όπως γράφει ο Στράβων, είναι ορατή. Σύμφωνα με τη μυθολογία, το νησί οφείλει το όνομά του στον Σίφνο, τον γιο του αττικού ήρωα Σουνίου, όπως καταγράφουν ο Ηρωδιανός στην Καθολική του προσωδία και ο Στέφανος ο Βυζάντιος, διασώζοντας αμφότεροι την πληροφορία αυτή από το πέμπτο βιβλίο των Ιστοριών του Νικολάου του Δαμασκηνού. Ο Νόννος ο Πανοπολίτης στα Διονυσιακά του αναφέρει πως ο ήρωας και βασιλιάς των Αθηνών Ερεχθέας μοιράστηκε το καθήκον του ως αρχηγός της ίδιας πόλης με τον Σίφνο. Εναλλακτικά, η Σίφνος οφείλει το όνομά της στο επίθετο σιφνός, δηλ. κενός, γεγονός που υποδεικνύει τις υπόγειες στοές των ορυχείων του χρυσόλβιου νησιού.

Ανασκαφές έφεραν στο φως προϊστορικό νεκροταφείο και θεμέλια οικισμών στην τοποθεσία Ακρωτήρι στον Πλατύ Γιαλό, στο Βαθύ και στο Φρούδι Καλαμιτσίου, με τις ταφές να ανάγονται στο 2ο μισό της 3ης χιλιετίας π.Χ., ενώ ενδείξεις μεταλλευτικής δραστηριότητας σχετικές κυρίως με την εξόρυξη αργύρου και μολύβδου στον Άγιο Σώστη, τον Άγιο Σίλβεστρο και το Ξερό Ξύλο, καθιστούν τη Σίφνο σπουδαία πηγή μεταλλευμάτων κατά την πρώιμη Χαλκοκρατία. Η Σίφνος πρωτοκατοικήθηκε από Πελασγούς, Φοίνικες, Κάρες και Λέλεγες, οι οποίοι εκδιώχτηκαν από τον θαλασσοκράτορα και βασιλιά της Κρήτης Μίνωα που κυρίευσε από τη δεύτερη χιλιετία π.Χ. τις Κυκλάδες, ίδρυσε αποικίες και εμπορικούς σταθμούς στα περισσότερα νησιά που λέγονταν Μινώες ή Μινωίδες και εγκατέστησε ως άρχοντες τους γιους του, όπως παραδίδουν ο Θουκυδίδης και ο Διόδωρος Σικελιώτης.

Ο Ηρωδιανός τον 2ο αι. μ.Χ. στην Καθολική του προσωδία, όπως και αργότερα ο Στέφανος ο Βυζάντιος, καταγράφουν εντός και εκτός ελλαδικού χώρου αρκετές πόλεις με το όνομα Μίνωα ή Μινώα και μία εξ αυτών τοποθετημένη στη Σίφνο, όπου υπήρχε και κρήνη ονόματι Μινώα. Την περίοδο των Μινωιτών το νησί ονομάστηκε Μερόπη από την κόρη του Οινοπίωνα, ενός από τους γιους του Διονύσου και της Αριάδνης, της κόρης του Μίνωα. Ο Πλίνιος καταγράφει τα παλαιότερα ονόματα της Σίφνου Μεροπία και Ακίς, ενώ ο Ηρωδιανός και ο Στέφανος ο Βυζάντιος το όνομα Μερόπη. Άλλα ονόματα που δόθηκαν στη Σίφνο κατά τον Μεσαίωνα είναι Σίφινος, Σίφουνος, Σίφανος, Σίφανα και Σίφαντο. Από αυτά, αρχαία και μεσαιωνικά, ο Μελέτιος αναφέρει τα Ἀκίς και Σίφανος, ενώ προσθέτει τα Ἀστράγαλον και Μετοπία.

Μετά τους Μινωίτες και μέχρι το τέλος του 13ου αι. π.Χ. στη Σίφνο εντοπίστηκαν Μυκηναϊκά ευρήματα σε διάφορες θέσεις, από τις οποίες ξεχωρίζει η Ακρόπολη του Αγίου Ανδρέα (13ος αι. π.Χ.) με το μεγαλοπρεπές Μυκηναϊκό της τείχος. Το εκθετήριο ευρημάτων της περιοχής και παράλληλα το νεότερο και το πιο σύγχρονο Μουσείο του νησιού, τιμήθηκε το 2012 με το βραβείο Εuropa Nostra, ως εξαιρετικό παράδειγμα ανάδειξης της πολιτιστικής κληρονομιάς. Έπειτα, στο νησί εγκαθίστανται Ίωνες από την Αττική με αρχηγό τον Αλκήνορα, όπως μαθαίνουμε από αρχαία σχόλια στον Διονύσιο τον Περιηγητή. Την ίδια στιγμή, ο Ηρόδοτος μάς πληροφορεί πώς στη ναυμαχία της Σαλαμίνας, το 480 π.Χ. οι Ίωνες εξ Αθηνών Σίφνιοι και Σερίφιοι πρόσφεραν στον αγώνα από μία πεντηκόντορο (πλοίο με 50 κουπιά και πλήρωμα 80 ανδρών). Αλλά και ο Ευστάθιος, σχολιάζοντας τον Διονύσιο Περιηγητή, καταγράφει αυτήν την πληροφορία του Ηροδότου σχετικά με την καταγωγή των Σιφνίων, εξαιτίας και της οποίας το νησί εντάχθηκε στη Δηλιακή Συμμαχία.
Αρχαίοι συγγραφείς που συγκαταλέγουν τη Σίφνο στις Κυκλάδες είναι ο Σκύλαξ, ο Αρτεμίδωρος, του οποίου το κείμενο παραδίδει ο Στράβων, όπως και ο Διονύσιος Καλλιφώντος, ο Πλίνιος, που αναφέρει και την περιφέρεια του νησιού (28 μίλια), όπως και τις παλαιότερες ονομασίες του, ο Πομπώνιος Μέλας, ο Κλαύδιος Πτολεμαίος σε χωρίο υπό τον τίτλο Καὶ τῶν Κυκλάδων καλουμένων νήσων αἱ πόλεις και ο Ιππόλυτος Ρώμης στο Χρονικόν του. Ακόμη, η Σίφνος συγκαταλέγεται στις Κυκλάδες σε αρχαία σχόλια στον Θουκυδίδη, και στον Διονύσιο τον Περιηγητή.

Στην αρχαιότητα η Σίφνος διέθετε λατομεία Σιφναίου λίθου, από τα οποία κατασκευάζονταν περίφημα επιτραπέζια σκεύη, όπως γράφει ο Θεόφραστος στο έργο του Περί λίθων, μεταξύ αυτών και τα Σίφνια ποτήρια, τα οποία αναφέρει ο Στέφανος ο Βυζάντιος. Στην ανάπτυξη της αγγειοπλαστικής, τέχνη για την οποία το νησί είναι έως και σήμερα περιβόητο συνεχίζοντας την παράδοση, συνέβαλε το πλούσιο σε άργιλο έδαφός του, χάρη στο οποίο κατέστη το σπουδαιότερο κέντρο κεραμικής στο Αιγαίο Πέλαγος. Όμως η Σίφνος διέθετε και μεταλλεία χρυσού και αργύρου που ξεκίνησαν να εκμεταλλεύονται τον 6ο αι. π.Χ., χάρη στα οποία απέκτησε τόσο υπερβάλλοντα πλούτο ώστε, όπως καταγράφει ο Ηρόδοτος, χρηματοδότησε την κατασκευή του θησαυρού των Σιφνίων στους Δελφούς με τη δεκάτη των εισοδημάτων από αυτά. Ο πλούτος των Σιφνίων καταγράφεται ως αξιομνημόνευτος τόσο στο Λεξικό του Σούδα, όσο και στα σχόλια στον Διονύσιο Περιηγητή του Ευσταθίου.

Ο πλουσιώτατος, κατά τον Ηρόδοτο, θησαυρός των Σιφνίων εξαιτίας κυρίως του γλυπτού του διακόσμου, κτισμένος λίγο πριν το 525 π.Χ. από Πάριο μάρμαρο συνιστούσε ένα ναόμορφο ιωνικό κτήριο που αφιέρωσαν οι Σίφνιοι στον Απόλλωνα ως ευχαριστήριο για τον αποκτηθέντα πλούτο τους, εντός του οποίου φυλάσσονταν τα ιερά αναθήματα στον θεό. Σήμερα σώζονται μόνο τα θεμέλια και ένα μέρος από τη διακόσμηση της βάσης. Από τον 6ο αι. π.Χ. η Σίφνος κόβει, επιπλέον, αργυρά νομίσματα, στην εμπρόσθια όψη των οποίων απεικονίζεται ο αετός, το ιερό πτηνό του Δία, ο Απόλλωνας και η Άρτεμη, ενώ παράλληλα στο νησί ο Δίας λατρευόταν ως Ζευς Επιβήμιος, όπως καταγράφεται στο Λεξικό του Ησυχίου. Την ίδια στιγμή, στο νησί λατρευόταν και ο Έναγρος Απόλλων, η Εκβατηρία Άρτεμη, ο Διόνυσος, ο Πάνας, η Αθηνά, στην οποία οι Σίφνιοι είχαν αφιερώσει ένα στέμμα στην Αθήνα όταν εντάχθηκαν στη Δεύτερη Αθηναϊκή Συμμαχία το 370-369, όπως και οι Νύμφες.
Περαιτέρω, τον 6ο αι. π.Χ. η αρχαία πρωτεύουσα της Σίφνου το άστυ, κατά την αναφορά του Ηροδότου, στο κέντρο της ανατολικής πλευράς του νησιού, στο σημερινό Κάστρο, αρχίζει να επεκτείνεται και να οχυρώνεται με μνημειακής κατασκευής μαρμάρινο τείχος, το μοναδικό, μάλιστα, την εποχή εκείνη στις Kυκλάδες. Ο παλαιός λιθόκτιστος ναός ανακατασκευάζεται από μάρμαρο, ενώ μεταξύ άλλων η πόλη κοσμείται με θέατρο του Διονύσου και εκλαμπρύνεται με Πάριο μάρμαρο, όπως συνέβη στο Πρυτανείο και την Αγορά, κατά την αναφορά του Ηροδότου. Ακόμη, επιτύμβιες στήλες, κιονόκρανα, βάσεις κιόνων, λάρνακες και άλλα ευρήματα ανέδειξαν ανασκαφές στο νεκροταφείο της πόλης που ήταν σε συνεχή χρήση από τον 7ο αι. π.Χ. έως και τους Ρωμαϊκούς χρόνους.

Έως και σήμερα στη Σίφνο έχουν καταμετρηθεί 55 Πύργοι και παρατηρητήρια που χρονολογούνται από τον 6ο μέχρι τον 3ο π.Χ. αι., αιώνα κατά τον οποίο αφήνει το επιστημονικό του έργο στην ανθρωπότητα ο Σίφνιος γιατρός Δίφιλος, ο προσωπικός γιατρός του βασιλιά της Μακεδονίας Λυσίμαχου, στον οποίο αναφέρεται πολύ συχνά ο Αθήναιος. Το Κάστρο αποτέλεσε την πρωτεύουσα του νησιού κατά τα αρχαία, τα μεσαιωνικά και τα νεότερα χρόνια έως το 1836, οπότε και κατέστη πρωτεύουσα η Απολλωνία. Από τις συνολικά 25 πόλεις με το όνομα Απολλωνία εντός και εκτός Ελλάδας, ο Στέφανος ο Βυζάντιος καταγράφει στην 19η θέση την Απολλωνία της Σίφνου, η οποία δεν έχει ούτε εντοπιστεί ούτε χρονολογηθεί.

Το 1307 η Σίφνος καταλαμβάνεται από τον Ισπανό ιππότη του τάγματος του Αγίου Ιωάννη Ντα Κορόνια (Da Koronia) που οχυρώνει το νησί και διαμορφώνει το κάστρο πάνω στην αρχαία ακρόπολη. Έτσι, στη νοτιανατολική πλευρά της Σίφνου, στον μεσαιωνικό οικισμό που απλώνεται γύρω από την Ακρόπολη του Κάστρου, προβάλλει ένας οικισμός παρόμοιος με εκείνους της Aντιπάρου, της Κιμώλου και της Φολεγάνδρου με κύρια χαρακτηριστικά του το ανάγλυφο έδαφος και τον αμυντικό χαρακτήρα. Κι ενώ πλήθος εκκλησιών συνιστούν θρησκευτικά μνημεία του Κάστρου, εξέχον του στολίδι στο ανατολικό του άκρο και χτισμένο σε έναν βράχο, χαίρεται το Αιγαίο το εκκλησάκι των Επτά Μαρτύρων που έζησαν τον 3ο αι. μ.Χ., η ιστορία των οποίων ενέπνευσε τον Καβάφη να καταθέσει το ποίημα οι Άγιοι Επτά Παίδες (1925).

Εκτός από το εκθετήριο ευρημάτων της περιοχής του Αγίου Ανδρέα και εκτός από το Μουσείο Αγγειοπλαστικής, στο Κάστρο λειτουργεί Αρχαιολογικό Μουσείο με έκθεση συλλογής αρχαϊκών και ελληνιστικών γλυπτών, ενώ στον οικισμό της Απολλωνίας, η οποία μαζί με τον οικισμό του Αρτεμώνα έχουν κηρυχθεί ως χώροι ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, κοσμεί το νησί Λαογραφικό Μουσείο με εκθέματα από την παραδοσιακή ζωή. Παράλληλα, κοντά στον οικισμό Εξάμπελα, στη Μονή της Βρυσιανής, το μεγαλύτερο Μοναστήρι του νησιού και αφιερωμένο στο Γενέθλιο της Θεοτόκου που κτίστηκε τον 17ο αι., λειτουργεί και Εκκλησιαστικό Μουσείο, εντός του οποίου φυλάσσονται πολλά εκκλησιαστικά κειμήλια, όπως ιστορικές εικόνες και χειρόγραφα. Την ίδια στιγμή, τιμώντας τον πασίγνωστο γευσιγνώστη, στο Φεστιβάλ Κυκλαδικής Γαστρονομίας Νικόλαος Τσελεμεντές της Σίφνου, αντιπροσωπείες νησιών συγκεντρώνονται και επιδεικνύουν τις παραδοσιακές τους συνταγές και γεύσεις.

Μαζί με τα ιστορικά και αρχαιολογικά δεδομένα, η ιδιαίτερη Σιφνέικη αρχιτεκτονική, οι μύλοι, οι ξερολιθιές και τα μονοπάτια με την ιστορία πολλών εξ αυτών να εκτείνεται στην 3η χιλιετία π.Χ., δίνουν τη σκυτάλη στη φύση για να συνθέσει ένα σύνολο για ακόμη μια φορά αξιοθαύμαστο. Κι όσο το δυτικό τμήμα του νησιού έχει ενταχθεί στο δίκτυο Natura 2000, τη στεριά κοσμεί η ταπεινή φρυγανική βλάστηση του νησιού, μα άκρως πολύχρωμη και αρωματική με το θυμάρι, το φασκόμηλο, την άγρια μέντα, τη ρίγανη, τα αγριολούλουδα, τα κυκλάμινα, τις ανεμώνες, τα αμπέλια, τις ελιές, τους κέδρους και τον κρίνο της θάλασσας, τον βυθό της θάλασσας η προστατευόμενη ωκεάνιος Ποσειδωνία (Posidonia oceanica), ενώ τον ουρανό της Σίφνου απολαμβάνουν πουλιά μεταναστευτικά όπως ο ερωδιός, υδρόβια, καθώς και αρπακτικά όπως ο μαυροπετρίτης.

Κείμενο: Αγγελική Ηλιοπούλου Υπ. Διδάκτωρ Λατινικής Φιλολογίας στο ΕΚΠΑ

ΙΟΥΛΙΟΣ ΘΥΜΑΡΙΤΗΣ

    ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ:

Ο 82 ετών σήμερα Ιούλιος Θυμαρίτης, μεγάλος θαυμαστής και εραστής της θάλασσας, υπήρξε από τα επτά του κιόλας χρόνια ψαράς. Θυμάται το 1952 να πηγαίνει για ψάρεμα με τον πατέρα του και έναν κύριο.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑΙΟΥΛΙΟΣ ΘΥΜΑΡΙΤΗΣ

ΚΩΣΤΑΣ ΓΕΩΡΓΟΥΛΗΣ

    ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ:

Η περίπτωση του Κώστα Γεωργούλη δεν είναι και η πιο συνηθισμένη. Μολονότι πτυχιούχος του Παντείου Πανεπιστημίου, επέλεξε να δομήσει το δικό του ονειρόκαστρο στο νησί του αντί να μεγαλουργήσει στο κλεινόν άστυ.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑΚΩΣΤΑΣ ΓΕΩΡΓΟΥΛΗΣ

ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ

    ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ:

Ο άνθρωπος που βίωσε μέσα του την καλλιέργεια της γης ως ένα συνεχές εγχείρημα δημιουργίας και παραγωγικότητας, είναι ο Παπαγιάννης από τη Σίφνο. Από τότε που θυμάται τον εαυτό του ασχολείται με τη γη και περιγράφει τη σχέση αυτή ως πόνο, ταλαιπωρία και αγάπη.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ

ΦΛΩΡΑ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ

    ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ:

85 ετών και στο νησί την φωνάζουν η γιαγιά των χωραφιών. Είχε 8 αδέρφια και ήταν η πρώτη. Η γης τα κάνει όλα λέει και τα χωράφια της και η ποίηση είναι όλη της η ζωή. Έγραφε ποίηση για να κερνά τα παιδιά στα κάλαντα τις ημέρες των εορτών και αυτό την γέμιζε απόλυτη χαρά.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑΦΛΩΡΑ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ

ΧΡΗΣΤΟΣ ΨΑΡΡΗΣ

    ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ:

Ο Χρήστος Ψαρρής γεννήθηκε το 1945 και έζησε όλη του τη ζωή στη Χερρόνησο της Σίφνου που, όπως λέει, είναι ο παράδεισός του. Εδώ βλέπει τα ηλιοβασιλέματα με φίλους πίνοντας ρακές και ανταλλάσσοντας μαντινάδες, εδώ απολαμβάνει την ανατολή και το φεγγάρι και γαληνεύει η ψυχή του.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑΧΡΗΣΤΟΣ ΨΑΡΡΗΣ

ΚΩΣΤΑΣ ΔΕΠΑΣΤΑΣ

    ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ:

Ο Κώστας Δεπάστας διαθέτει από πάππου προς πάππον εργαστήριο αγγειοπλαστικής που υπάρχει από τότε που θυμάται τον εαυτό του αλλά κι από πολύ νωρίτερα. Η οικογενειακή αυτή απασχόληση είναι για τον ίδιο «ένα κομμάτι της ψυχής του», όπως λέει ο ίδιος χαρακτηριστικά.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑΚΩΣΤΑΣ ΔΕΠΑΣΤΑΣ