You are currently viewing ΜΑΡΙΑ ΚΑΚΑΛΗ

ΜΑΡΙΑ ΚΑΚΑΛΗ

Η αγάπη για τον τόπο της και η επιθυμία της να περιβάλλεται αυτός από δραστήριους και μορφωμένους δημότες με ιστορική συνείδηση, οικολογική ενσυναίσθηση και πολιτιστική ευαισθησία, σηματοδοτεί το όνομα της Μαρίας Κάκαλης, της νεότερης δημοτικής συμβούλου του Άη Στράτη στα 23 έτη της (2010) αλλά και δημάρχου στα 27 της (2014). Μολονότι σπούδασε νηπιαγωγός στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας κι επέστρεψε στο νησί της για να υπηρετήσει τον τόπο της ως νηπιαγωγός, η μοίρα – κατόπιν και προτροπών του επί πολλά χρόνια κοινοτάρχη και δηµάρχου Χαράλαµπου Μακρή για εµπλοκή της στα κοινά – της επεφύλαττε την πιο ανάλογη των δυνατοτήτων της θέση. Προσμένοντας τον διορισμό της μέσω ΑΣΕΠ, η ιστορία θα την βρει να κόβει εισιτήρια σε τουριστικό γραφείο του νησιού, για να την στέψει αργότερα την πανελλαδικώς νεότερη ηλικιακά δήμαρχο.

Δεν είναι, όμως, το αξίωμα που κάνει έναν άνθρωπο άξιο. Άξιο τον κάνει ο χαρακτήρας του, ο τρόπος που σκέφτεται, δρα κι ελίσσεται, προκειμένου να αποπερατώσει την αποστολή του κινούμενος με ανιδιοτέλεια. Αν δεν ίσχυε αυτό στην περίπτωση της Μαρίας Κάκαλη, τότε δεν θα επιθυμούσε διακαώς οι δημότες του νησιού να αναδεικνύουν με σεβασμό και αγάπη τον τόπο τους ώστε να ζήσουν σε αυτόν καλύτερα από την ίδια και τους προγόνους της.

Αναλαμβάνοντας το «τιμόνι του δήμου» βρέθηκε αντιμέτωπη με τη δίμηνη ήδη έλλειψη ιατρικής κάλυψης του νησιού λόγω λήξης της σύμβασης της αγροτικής ιατρού, κι αμέσως έδρασε αποφασιστικά. Έπειτα από την παροχή βοήθειας εκ μέρους του Στρατού να εξυπηρετήσει τις ανάγκες του νησιού με γιατρό που έκανε τη θητεία του στη Λήμνο, η δήμαρχος έσπευσε να φροντίσει για την ακτοπλοϊκή σύνδεση και την υγειονοµική κάλυψη του πληθυσµού. Μεγαλύτερη φαίνεται να στάθηκε για την ίδια η δοκιμασία της επέλασης εκατομμυρίων ακριδών που έθεσε το νησί σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης το 2016-2017, καθότι η παράξενη αυτή εισβολή δεν απείλησε μόνο την πρωτογενή παραγωγή, δηλαδή την κτηνοτροφία, αλλά και τον οικισµό. Οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να βγουν από τα σπίτια τους, θυμάται.

Η Μαρία Κάκαλη θυμάται, όμως, ακόμη πως το νησί αποτελεί σταθμό για πολλά μεταναστευτικά είδη πουλιών, πως έχει πλούσια προστατευόμενη χλωρίδα και πανίδα και πως ο επισκέπτης δεν θα απολαύσει εκεί μόνο τον ήλιο και παραλίες σαν το Αλονίτσι, το Παχύ και το Τρυγάρη. Θυμάται, πως αυτός ο οικότοπος διαθέτει και αξιοθέατα ιστορικής φύσεως, όπως είναι η εκκλησία του Αγίου Βασιλείου (1727), ένα από τα ελάχιστα μνημεία αρχιτεκτονικής της μεταβυζαντινής εποχής. η Μαράσλειος Σχολή, το Μουσείο ∆ηµοκρατίας, τα µνήµατα του Αγίου Μηνά όπου είναι θαµµένοι πολιτικοί κρατούµενοι, καθώς και αποµεινάρια στρατοπέδων σε ένα νησί που επί δεκαετίες αποτέλεσε τόπο εξορίας και µαρτυρίου. Θυμάται πως ο Δημοσθένης ήδη στους Φιλιππικούς του λόγους επισημαίνει στους Αθηναίους τη σπουδαιότητα της αρχαίας Αλοννήσου και τη σημαντική γεωγραφική της θέση στον μεγαλύτερο εμπορικό θαλάσσιο δρόμο της αρχαιότητας.

Γιατί όπου υπάρχει όραμα-θεματοφύλακας ιστορικής και πολιτιστικής κληρονοµιάς, ανοίγει ένα παράθυρο στο παρελθόν με θέα σε παρόν και μέλλον. Όπου υπάρχει μνήμη, υπάρχει ιστορία που εγείρει από τον λήθαργο της απραξίας αρετές και δυναμικές όπως είναι εκείνη του σεβασμού και της προνοητικότητας για ένα καλύτερο αύριο. Η Μαρία Κάκαλη δεν οραματίζεται μονάχα τον κάτοικο του νησιού περιβεβλημένο με τέτοιες ποιότητες, αλλά προσκαλεί και τον επισκέπτη σε έναν τόπο προσέλκυσης φυσιοδίφη και ιστοριοδίφη.