Οι ταφές μαζί με κτερίσματα στη Χαλανδριανή Σύρου, όπως και ο οχυρωμένος οικισμός στο Καστρί μαρτυρούν την κατοίκηση του νησιού κατά την 3η π.Χ. χιλιετία. Τα ευρήματα των δύο αυτών προϊστορικών οικισμών μεταξύ των οποίων αγγεία, κοσμήματα και είδη οικιακής χρήσης, αναδεικύουν τόπο με ανεπτυγμένη την κεραμική, τη λιθοτεχνία και τη μεταλλοτεχνία, χάρη στην οποία αναπτύσσονται τότε και οι σχέσεις της Σύρου με τα παράλια της Μικρασίας.Όταν στην Οδύσσεια του Ομήρου ο Οδυσσέας μεταμορφωμένος σε ζητιάνο ζητάει από τον πιστό του χοιροβοσκό Εύμαιο να του δώσει πληροφορίες για τη ζωή του, εκείνος αφηγείται πως πατέρας του ήταν ο Κτήσιος, ο γιος του Ορμένου, ο οποίος βασίλευε και στις δύο πόλεις του νησιού που ο χοιροβοσκός αποκαλεί Συρία και που βρίσκεται πάνω από την Ορτυγία, δηλ. τη Δήλο, όπως καταθέτει και ο Στράβων. Άλλωστε, και στο Λεξικό του Σούδα καταγράφεται πως υπάρχει ένα νησί των Κυκλάδων κοντά στη Δήλο με το όνομα Σύρα.
Όσον αφορά στη θέση της, η Σύρος βρίσκεται στο κέντρο των Κυκλάδων, στις οποίες ήδη από την αρχαιότητα τη συγκαταλέγουν ο Σκύλαξ και ο Ατρεμίδωρος, του οποίου το κείμενο διασώζει ο Στράβων, ενώ ο Πομπώνιος Μέλας αποδίδει το όνομα του συμπλέγματος των Κυκλάδων, εντός του οποίου και η Σύρος, στον κύκλο που σχηματίζουν και ο Πλίνιος στον κύκλο που σχηματίζουν γύρω από τη Δήλο. Αμέσως μετά τη Δήλο ο Πλίνιος αναφέρει τη Ρήνεια, τη Σύρο, την Αντίπαρο και την Πάρο.
Στην αφήγησή του ο Εύμαιος πληροφορεί τον Οδυσσέα πως κάποτε ήρθαν στο νησί Φοίνικες θαλασσοξακουσμένοι, οι οποίοι υποσχέθηκαν στην σκλάβα που είχε απ’ τη Φοινίκη ο Κτήσιος να τη μεταφέρουν στην πατρίδα της. Εκείνη πήρε μαζί της και τον μικρό Εύμαιο, ως επιπρόσθετο αντάλλαγμα προς αυτούς, καθώς αν τον πουλούσαν σε αλλόγλωσσους ανθρώπους θα τους έφερνε κέρδη. Η Άρτεμη σκότωσε τη γυναίκα αυτή την έβδομη μέρα του ταξιδιού τους προς τη Φοινίκη και οι άνεμοι έφεραν το καράβι στην Ιθάκη, όπου ο Λαέρτης, ο πατέρας του Οδυσσέα, αγόρασε τον μικρό Εύμαιο και τον κράτησε στο παλάτι του.
Φαίνεται πως οι θαλασσοξακουσμένοι Φοίνικες ήταν οι πρώτοι κάτοικοι της

Σύρου, εφόσον οφείλει το όνομά της στη φοινικική λέξη σουρ ή οσούρα, που σημαίνει βραχώδης τόπος. Έπειτα, κατά τη 2η χιλιετία π.Χ., η Σύρος τελεί υπό τον έλεγχο της μινωικής Κρήτης και των Μυκηνών, ενώ στις αρχές της 1ης χιλιετίας π.Χ. των Ιώνων, γι’ αυτό και ο Στέφανος ο Βυζάντιος την αναφέρει ως νήσο ιωνική. Άλλωστε, από αρχαία σχόλια στον Διονύσιο τον Περιηγητή πληροφορούμαστε πως Ίωνες με επικεφαλής τον Ιππομέδοντα και προερχόμενοι από την Αττική αποικίζουν τη Σύρο, η οποία στη συνέχεια πέρασε στην κυριαρχία της Σάμου.

Ίχνη οικισμών του 8ου-7ου αι. π.Χ. βρέθηκαν στον λόφο της Αγίας Πακούς στην αρχαία πόλη της Γαλησσού, καθώς και στα δυτικά της Ερμούπολης, της πρωτεύουσας όχι μόνο της Σύρου αλλά και του Νομού Κυκλάδων, όπως, επιπροσθέτως και έδρας της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου. Τον 6ο π.Χ. αιώνα γεννιέται στο νησί ο φιλόσοφος Φερεκύδης, ο γιος του Βάβυος, όπως γράφει και ο Στράβων, για τον οποίο λέγεται πως δίδαξε τον Πυθαγόρα, όπως καταγράφεται και στο Λεξικό του Σούδα, πως ο ίδιος ήταν αυτοδίδακτος και πως είχε στην κατοχή του τα απόκρυφα βιβλία των Φοινίκων.

Ο Φερεκύδης θεωρείται εφευρέτης του ἡλιοτροπείου, ενός ειδικού τεχνικού μηχανήματος που έδειχνε την τροπή – κατεύθυνση του ήλιου, για το οποίο ο Διογένης Λαέρτιος γράφει τον 3ο αι. π.Χ. πως υπήρχε ακόμη στη Σύρο. Λένε πως ο φιλόσοφος ζούσε σε σπηλιά και σήμερα το όνομά του έχει δοθεί σε δύο σπήλαια του νησιού. Ο φιλόσοφος του 4ου αι. π.Χ. Αριστόξενος, γράφει ο Διογένης Λαέρτιος, αναφέρει πως όταν πέθανε από ασθένεια ο Φερεκύδης, ο Πυθαγόρας τον έθαψε στη Δήλο.

Κατά την κλασική περίοδο η Σύρος εντάσσεται στη συμμαχία της Δήλου, κόβει αργυρό νόμισμα, όμως αποδίδει φόρο υποτελείας στους Αθηναίους, ενώ μετά τη μάχη της Χαιρώνειας το 338 π.Χ. ακολουθεί τη μοίρα των Κυκλάδων και υποτάσσεται στους Μακεδόνες. Πολιτιστική και οικονομική ανάπτυξη σημειώνει κατά τα ελληνιστικά χρόνια, όπως μαρτυρούν αρχιτεκτονικά κατάλοιπα στην Αληθινή, στην αρχαία πόλη της Γαλησσού, όπου επιβιώνουν μέχρι και σήμερα ερείπια κτηρίων, ενός Πύργου του 4ου αι. π.Χ., ενός νεκροταφείου και ενός ιερού, ίσως των Καβείρων, ενώ και άλλα ερείπια στα βόρεια του νησιού (στον όρμο Γράμματα) υποδεικνύουν την ύπαρξη ιερού του Ασκληπιού. Στις επιγραφές της κλασικής εποχής έως και του Μεσαίωνα ναυτικών που εξέφραζαν έτσι είτε ευχαριστίες είτε παρακλήσεις προς τους θεούς γράφοντάς τες πάνω στα λεία βράχια της ακτής περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για απόπλου, οφείλει το όνομά του ο όρμος Γράμματα.

Η Σύρος κόβει χάλκινα νομίσματα τον 3ο αι. π.Χ. και αργυρά τον 2ο, ενώ σε σπάνια τετράδραχμα του 2ου αι. π.Χ. απεικονίζεται η Δήμητρα στην εμπρόσθια όψη τους, την οπίσθια των οποίων κοσμούν οι Κάβειροι. Τη Σύρο ο Εύμαιος, στην αφήγησή του στον Οδυσσέα, τη χαρακτηρίζει αγαθή, δηλ. πλούσια, καθώς διέθετε ικανό αριθμό βοδιών και προβάτων, πολύ κρασί και πολύ σιτάρι, εξ ού και η λατρεία των κατοίκων της πολυπύρου νήσου προς τη Δήμητρα.

Η Ρωμαιοκαθολική Επισκοπή Σύρου ιδρύθηκε το 1207. Κατά τον Μεσαίωνα, με την επικράτηση των Βενετών στο Αιγαίο, δημιουργήθηκε ο πρώτος αξιόλογος οικισμός, η Άνω Σύρος, οι κάτοικοι της οποίας διατηρώντας την ελληνική γλώσσα ασπάστηκαν τον Καθολικισμό. Αν και διατηρήθηκε μια μικρή ενορία ορθοδόξων, του Αγίου Νικολάου του Φτωχού, τον 17ο αιώνα η Σύρος αναφέρεται και ως το νησί του Πάπα: «L’isola del Papa», λόγω της πλειοψηφίας των καθολικών, όμως με το πέρας του χρόνου τα δύο δόγματα συνυπήρξαν αρμονικά διαγράφοντας τις διαφορές τους. Στα νεότερα χρόνια, περίφημος είναι ο ναός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου της Σύρου του 19ου αιώνα, στον οποίο φιλοξενείται η αυθεντική ομώνυμή της εικόνα του αναγεννησιακού ζωγράφου Δομήνικου Θεοτοκόπουλου (El Greco, 1562-1564) διατηρώντας οπωσδήποτε αμείωτο το ενδιαφέρον.
Λίγο μετά την Επανάσταση του 1821 η Άνω Σύρος εξελίσσεται αλματωδώς σε ένα αστικό κέντρο οικονομικής και πολιτιστικής άνθησης, καθώς μαζί με το εμπόριο αναπτύσσονται τότε οι βιοτεχνίες, η ναυτιλία και η οικοδομική δραστηριότητα. Η Σύρος υπήρξε ναυτικό, βιομηχανικό και πολιτιστικό κέντρο του νέου ελληνικού κράτους, ενώ της ανήκει δικαίως η φήμη μιας πόλης – ζωντανού μουσείου χάρη στα εκατοντάδες αρχοντικά ιδιωτικά και δημόσια κτήρια, μεταξύ των οποίων και το Θέατρο Απόλλων στην Ερμούπολη (1864) που φιλοξένησε δεκάδες παραστάσεις ελληνικών και ξένων θιάσων. Στα μέσα του 19ου αιώνα γεννιούνται, επιπροσθέτως, στη Σύρο και διαγράφουν λαμπρή λογοτεχνική πορεία αφήνοντας μοναδική σφραγίδα στα γράμματα, ο Εμμανουήλ Ροΐδης (1836-1904) και ο Δημήτριος Βικέλας (1835-1908).

Η Σύρος διαθέτει Αρχαιολογικό Μουσείο, στο οποίο εκτίθενται ευρήματα από την προϊστορική Χαλανδριανή, όπως και ελληνιστικά και ρωμαϊκά γλυπτά, επιγραφές και επιτύμβιες στήλες από την Ερμούπολη. Βιομηχανικό, επιπλέον, Μουσείο και Κέντρο Τεχνικού Πολιτισμού, Ιστορικό Αρχείο, Μουσείο Αντιγράφων Κυκλαδικής Τέχνης, Λαογραφικό και το Μουσείο Μάρκου Βαμβακάρη. Παράλληλα, εντυπωσιακοί είναι και οι εκθεσιακοί της χώροι ποικίλων πολιτιστικών δραστηριοτήτων, όπως είναι η αίθουσα τέχνης Ερμούπολη, η Πινακοθήκη Κυκλάδων, η αίθουσα Εμμανουήλ Ροΐδης και το Πνευματικό Κέντρο Ερμούπολης, όπου η Στέγη Μικρασιατικής Μνήμης τιμά με τον τρόπο της το ιστορικό γεγονός της πληθυσμιακής, πολιτισμικής αλλά και οικονομικής ενίσχυσης του νησιού εκ μέρους των προσφύγων μετά τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922 και την ανταλλαγή πληθυσμών.
Όσον αφορά στο οικοσύστημα του νησιού, το βόρειο μέρος της Σύρου, η Απάνω Μεριά, σε αντίθεση με το νότιο που είναι πεδινό και παραλιακό, είναι ορεινό, κατοικείται από ελάχιστους κατοίκους και εντάσσεται στις προστατευόμενες περιοχές Natura 2000. Και μολονότι εξαιτίας των κλιματικών αλλαγών αλλά και της ανθρωπογενούς επίδρασης στο περιβάλλον από δασώδης η βλάστηση του νησιού σήμερα περιορίζεται σε χαμηλή (αρωματικά φυτά, θάμνοι και φρύγανα), ωστόσο η Σύρος διαθέτει 580 είδη φυτών, με τα 20 εξ αυτών ενδημικά. Κι αν ο σπάνιος κρίνος της θάλασσας στολίζει τις ακτές, σπάνια εξίσου φυτά φύονται στις υγρές περιοχές γύρω από τον κόλπο του Γαλησσά, που υπήρξε από τους πιο σημαντικούς βιότοπους του νησιού, ενώ ακόμη και σήμερα αποτελεί σταθμό για τα μεταναστευτικά πουλιά.

Κείμενο: Αγγελική Ηλιοπούλου Υπ. Διδάκτωρ Λατινικής Φιλολογίας στο ΕΚΠΑ

ΛΟΥΗΣ ΡΟΥΣΣΟΣ

    ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ:

Ο Λούης Ρούσσος έχει αφιερώσει τον εαυτό και την σκέψη του σε ένα παιχνίδι χαμένου θησαυρού, όπως αυτό που του διηγούνταν όταν ήταν μικρός η γιαγιά του. Στην αναζήτηση απαντήσεων ενός γρίφου χιλιάδων χρόνων, σκαλισμένο στα βράχια της Σύρου.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑΛΟΥΗΣ ΡΟΥΣΣΟΣ