Γεννημένος το 1958, ο Μανώλης Νομικός μιλάει για την ψυχή του ανθρώπου, που όσο και αν το σώμα έχει βασανιστεί, εκείνη μπορεί και βρίσκει τη δύναμη να συνεχίζει. Σημείο αναφοράς στη ζωή του το βαρύ επεισόδιο οξείας μηνιγγίτιδας, που κόντεψε στα 19 του να τον στείλει “ψηλά”, όπως λέει.
Νοσηλεύεται σε νοσοκομείο της Αθήνας για 40 ημέρες και εκεί γνωρίζει τον πρώτο του έρωτα. Ένας έρωτας που έμελλε να παραμείνει ανεκπλήρωτος, και δια αλληλογραφίας να λήξει, όταν εκείνος αποφάσισε να αφοσιωθεί στις υποχρεώσεών και την μητέρα του πίσω στο νησί. 10 χρόνια μετά, η γυναίκα αυτή θα επισκεφθεί την Αμοργό, έχοντας στο πλάι της τον σύζυγό της και το ένα τους παιδί. Την στιγμή που την αντίκρισε και πάλι, ήταν σαν να φωτίστηκε ο κόσμος, και μέσα στο ψύχος αισθάνθηκε την πιο γλυκιά θερμότητα να τον κατακλύζει, όπως κατακλύζει και το πρόσωπό του ένα τεράστιο χαμόγελο καθώς το διηγείται.
Για πολλά χρόνια ο Μανώλης συνοδεύει τους συντοπίτες του στο τελευταίο τους ταξίδι ως νεκροθάφτης. Για να τους πάρει μέτρα, έμπαινε ο ίδιος μέσα στους λάκκους. “Όποιον έβαλα μέσα με τα χέρια μου, ξέρω πως έξω δεν πρόκειται να βγει!” συμπληρώνει με αρκετό χιούμορ, εξηγώντας γιατί δεν πιστεύει σε φαντάσματα και νεράιδες.
Μεγάλο του παράπονο η ανθρωπιά που έχουν οι ίδιοι οι άνθρωποι απωλέσει και εκείνου του στέρησε, όπως λέει, την αγάπη. Αν μπορούσε να γυρίσει τον χρόνο πίσω θα άλλαζε τον εαυτό του, θα εμπιστευόταν λιγότερο τους άλλους και περισσότερο τις δικές του επιθυμίες.