Μέσα στο καφενείο η «Κρήτη» έχει περάσει μια ζωή. Ήρθε στην Όλυμπο νύφη το ΄70, από το Διαφάνι, και έμελλε η ιστορία του καφενείου, που ξεκίνησε η οικογένεια του συζύγου της, να γίνει και δική της. Τότε ακόμη που ο ηλεκτρισμός δεν είχε φτάσει σε αυτή την άκρη του νησιού, οι θαμώνες έτρωγαν κάτω από το φως της γκαζόλαμπας, που ως και σήμερα είναι εκεί, να ανάβει άμα το ρεύμα πέφτει.
Έχει ζήσει στιγμές γεμάτες γλέντια σε αυτό το μαγαζί, που κοντεύει σχεδόν έναν αιώνα, κρυμμένο μέσα σε αυτό το μικρό στενό. Αναπολεί τέτοιες στιγμές, που οι καρέκλες έφταναν μέχρι την πόρτα και πλημμύριζαν ως την αυλή. Τα πλακόστρωτα αντιλαλούσανε τον ήχο από τις λύρες και τις τσαμπούνες, που τον χειμώνα δεν βρίσκεται κανείς πια να παίξει.
Το ΄χει παράπονο να βλέπει το χωριό να ερημώνει. «Ετελείωσεν ο κόσμος εδώ στην Όλυμπο, δεν υπάρχει κανείς. Περνούν τα χρόνια και οι ανθρώποι πεθαίνουν. Μόνο τουρίστες το καλοκαίρι και το χειμώνα ψυχή.»