Όταν η Αφροδίτη αποφάσισε να τιμωρήσει τις Λήμνιες με αφόρητη δυσοσμία επειδή είχαν παραμελήσει τη λατρεία της, εκείνες αποφάσισαν να εκδικηθούν την απιστία των ανδρών τους με αιχμάλωτες Θρακιώτισσες διαπράττοντας τη σφαγή όλου του ανδρικού πληθυσμού του νησιού. Και μόνο η Υψιπύλη, η βασίλισσα της Λήμνου, θέλησε να σώσει τον πατέρα της Θόαντα και έναν από τους γιους του Διονύσου και της Αριάδνης. Έτσι, σύμφωνα τουλάχιστον με τον Απολλώνιο Ρόδιο, τον έριξε στη θάλασσα μέσα σε μια ξύλινη λάρνακα, η οποία εκβράστηκε στη Σίκινο, όπου και τον περισυνέλεξαν ψαράδες. Ο Θόας έκανε εκεί μαζί με τη Ναϊάδα Οινόη τον Σίκινο, από τον οποίο το νησί πήρε το νέο του όνομα, ενώ προηγουμένως ονομαζόταν Οινόη, γράφει ο Απολλώνιος στα Αργοναυτικά του, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από αρχαία σχόλια στον 4ο Ολυμπιόνικο του Πινδάρου.

Σε αρχαία σχόλια στον στίχο 1.623 των Αργοναυτικών καταγράφεται πως πηγή του Απολλωνίου για την εκδοχή της σωτηρίας του Θόαντα στην Οινόη είναι ο ποιητής Θεόλυτος και πως την ίδια εκδοχή ακολουθούν και ο Κλέων ο Κουριεύς και ο μεταγενέστερός του Ασκληπιάδης ο Μυρλεανός, αναδεικνύοντας έτσι και τον Κλέονα πηγή του Απολλωνίου. Ακόμη, πως η αρχική ονομασία του νησιού οφειλόταν στους αμπελώνες της και πως η μετονομασία της που μνημονεύει ο ιστορικός Ξεναγόρας στο έργο του Περί νήσων οφείλεται στον Σίκινο, τον γιο του Θόαντα και της Νύμφης Οινηίδας.

Σε διαφορετική έκδοση σχολίων του Απολλωνίου στον στίχο 1.624 των Αργοναυτικών, ενώ επαναλαμβάνονται κάποιες από αυτές τις πληροφορίες, καταγράφεται πως μητέρα του Σίκινου ήταν η εγχώρια Νύμφη Νηίδα, πληροφορίες που κατατίθενται σχεδόν αυτολεξεί στο Etymologicum Magnum του 12ου αι. μ.Χ, όπου καταγράφονται και οι στίχοι 1.623-624 των Αργοναυτικών του Απολλωνίου. Όπως και νά’ χει, ο Σίκινος που ονοματοδότησε το νησί είναι γιος του καταγόμενου από τον Διόνυσο Θόαντα και της Ναϊάδας Οινόης ή της Νύμφης Οινηίδας ή της Νύμφης Νηίδας, που από ότι φαίνεται πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο με ελαφρώς παραλλαγμένο το όνομα.

Η Σίκινος είναι ένα Κυκλαδίτικο νησί του Αιγαίου Πελάγους, που βρίσκεται δυτικά της Ίου μαζί με τη Φολέγανδρο, όπως γράφει ο Στράβων στα Γεωγραφικά του, ενώ ο Ιππόλυτος Ρώμης στο Χρονικόν του καταγράφει πως κατά την πλεύση από τη Ρόδο στο ακρωτήριο Σκύλλαιον της Πελοποννήσου, η Σίκινος βρίσκεται στα δεξιά ανάμεσα και σε άλλα νησιά. Αρχαίοι συγγραφείς που συγκαταλέγουν τη Σίκινο στις Κυκλάδες είναι ο Σκύλαξ, ο οποίος μάλιστα τη συμπεριλαμβάνει μεταξύ των Λακεδαιμονικών Κυκλάδων, με αυτό να σημαίνει τόσο την εγγύτητά τους με τη Λακωνία όσο όμως, έστω και έμμεσα, τη δωρική τους καταγωγή, ο Πομπώνιος Μέλας και ο Κλαύδιος Πτολεμαίος σε χωρίο υπό τον τίτλο Καὶ τῶν Κυκλάδων καλουμένων νήσων αἱ πόλεις. Ωστόσο, η Σίκινος εντάσσεται στη Δηλιακή Συμμαχία καταβάλλοντας στους Αθηναίους ετήσιο φόρο.
Μετά τον Απολλώνιο Ρόδιο, ο Πλίνιος αναφέρει εξίσου την παλαιότερη ονομασία της Οινόη, όπως κάνει και ο Ηρωδιανός στην Καθολική του προσωδία, αφού μάς θυμίσει πως έτσι λεγόταν και η μία από τις δύο πόλεις της Ικαρίας, ενώ καταγράφει τη Σίκινο νήσο περί την Κρήτην, όπως ακριβώς και ο Στέφανος ο Βυζάντιος. Τον 10ο αι. π.Χ. η Σίκινος κατοικείται από Ίωνες, ενώ τον 5ο αι. π.Χ. τελεί υπό την κυριαρχία των Αθηναίων. Το εθνικό Σικινίτης απαντάται σε ένα ελεγειακό δίστιχο του Σόλωνα (7ος-6ος αι. π.Χ.) (απόσπ. 2.1; IG I3 71.1.90), που παραθέτει τόσο ο Πλούταρχος στα Πολιτικά παραγγέλματα όσο και ο Διογένης ο Λαέρτιος στο Φιλοσόφων βίων, στο οποίο ο ποιητής δηλώνει πως αν άλλαζε πατρίδα ίσως γινόταν Φολεγάνδριος ή Σικινίτης αντί για Αθηναίος.

Το εθνικό Σικινίτης εκτός από τη λογοτεχνία και το ελεγειακό δίστιχο του Σόλωνα απαντάται σε προξενικό ψήφισμα των τελών του 4ου αι. π.Χ., σε νομίσματα του 3ου αι. π.Χ., και σε αρχαίες επιγραφές. Κι ενώ κατά τη Φραγκοκρατία το νησί αποκαλείται Σύκανδρος, όπως αναφέρει ο Φλωρεντινός ιερέας Cristoforo Buondelmonti λόγω της πλούσιας παραγωγής εντόπιου σύκου, στην Παλαιά και Νέα του Γεωγραφία ο Μελέτιος τον 18ο αι. καταγράφει την ονομασία με διαφορετική ορθογραφία (Σίκανδρος), η οποία δεν στηρίζει την ετυμολογία της από τον καρπό της συκιάς. Σε ναυτικούς, επιπλέον, χάρτες του 16ου και του 17ου αιώνα το νησί καταγράφεται ως Zetine ή Setine και Setin.
Σήμερα, οι δύο βασικοί συνοικισμοί που συγκροτούν τη Χώρα είναι το Κάστρο ή Σίκινος, ένας οχυρωμένος οικισμός του 15ου αιώνα και το Χωριό του 17ου αιώνα, ενώ η Άνω Πρόνοια ή Αλοπρόνοια συνιστά το μικρό λιμάνι του νησιού. Τρεις ανεμόμυλοι κοσμούν το Κάστρο, αλλά και το Μοναστήρι της Ζωοδόχου Πηγής (1690) ή Χρυσοπηγής, κάτω από το οποίο βρίσκεται η Μαύρη Σπηλιά, η μεγαλύτερη του νησιού και από τις μεγαλύτερες των Κυκλάδων. Κι ενώ στο Κάστρο μνημονεύει ιστορία και η εκκλησία της Παναγίας Παντάνασσας (1787) με το επίχρυσο ξυλόγλυπτο τέμπλο και τις μεταβυζαντινές εικόνες της Κρητικής Σχολής, κοντά στην Αλοπρόνοια εγείρει το θρησκευτικό συναίσθημα και η Παναγία της Συκιάς, ο ένας από τους έξι βυζαντινούς ναούς της Σικίνου με τοιχογραφίες του 13ου και του 14ου αιώνα.

Ωστόσο, παρά τα πάμπολλα θρησκευτικά μνημεία του νησιού με τα 61 ξωκλήσια, το μοναδικό μνημείο στον ελλαδικό χώρο στο οποίο σώζονται τέσσερις αρχιτεκτονικές φάσεις (Ρωμαϊκή – Παλαιοχριστιανική – Βυζαντινή – Μεταβυζαντινή), είναι ο Ναός της Επισκοπής της Σικίνου. Ο Ναός της Επισκοπής, που ευλόγως κέρδισε το 2022 το βραβείο European Heritage Awards, ξεκινά αρχικά την ύπαρξή του ως ναόμορφο μαυσωλείο του 2ου–3ου μ.Χ. αι. με υπόγειες θολωτές κρύπτες, για να μετατραπεί πολύ μεταγενέστερα, κατά τον 17ο αιώνα, σε τρουλλαίο βυζαντινό ναό με ημικυκλική κόγχη του ιερού, κτιστή πρόσοψη και τρίτοξο καμπαναριό.
Έρευνες σε αυτό το εξαιρετικά σπάνιο οικοδόμημα που συντροφεύουν εκτός από Βυζαντινά παρεκκλήσια, τα ερείπια του ναού του Πυθίου Απόλλωνα του 3ου αι. π.Χ., τμήματα τειχών, όστρακα αγγείων και τμήματα μαρμάρινων γλυπτών, ανέδειξαν πως επρόκειτο αρχικά για την τελευταία κατοικία της Νεικούς, μιας αρχόντισσας της Ρωμαϊκής εποχής, το κοινωνικό status της οποίας επιβεβαιώνουν πλούσια κτερίσματα. Περαιτέρω, αρχαία ερείπια αφήνουν το στίγμα τους, εκείνα της αρχαίας πόλης (τείχη και αγορά) νότια της Επισκοπής, στη σημερινή θέση Αγία Μαρίνα, όπως και εκείνα του οχυρωμένου οικισμού στη βορειοανατολική πλευρά του νησιού, στη θέση Παλαιόκαστρο.
Σε κτήριο του μεσαιωνικού οικισμού του Κάστρου βρίσκεται, επιπλέον, το Βυζαντινό Μουσείο Σικίνου, στο οποίο φιλοξενείται έκθεση φωτογραφίας με τις Βυζαντινές εκκλησίες της Σικίνου και την Επισκοπή, όπως και εικόνες της μεταβυζαντινής εποχής. Παράλληλα, στον οικισμό Χωριό και στεγαζόμενο σε παλαιό ελαιοτριβείο της Χώρας, στο Λαογραφικό Μουσείο του νησιού προβάλλεται ο τρόπος λειτουργίας των παλαιών ελαιοτριβείων, ενώ στο οινοποιείο Μάναλη, στη βορειοδυτική πλευρά της Σικίνου, η οινογευσία με θέα το Αιγαίο αρκεί να μεθύσει όλες τις αισθήσεις και του πιο τυπικού ρεαλιστή παρασύροντάς τον σε ρομαντικές διαδρομές.

Μέσα σε αυτήν την αρμονική συνύπαρξη αρχαίων και Βυζαντινών αξιοθεάτων, στα αξιοθέατα της φύσης με τις σπηλιές, τα μονοπάτια και την προστατευόμενη από το Natura 2000 χλωριδοπανίδα, το νησί ολοκληρώνει το μοναδικό του κάλλος συνδυάζοντας μυθολογικό υλικό, ιστορικότητα και Κυκλαδίτικη ομορφιά.

Κείμενο: Αγγελική Ηλιοπούλου Υπ. Διδάκτωρ Λατινικής Φιλολογίας στο ΕΚΠΑ

ΚΥΡ ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΝΑΛΗΣ

Ο κυρ Γιάννης γνώρισε τη ζωή στην κατοχή, κι έτσι έμαθε να την αγαπά πολύ. Αν και δεν πείνασε, ακόμη θυμάται τι έτρωγε - και πόσο. Ένας άνθρωπος απλός, της γης και της θάλασσας. Έχει τέτοιο πάθος για το χορό, που όταν τον βαστούσαν τα πόδια του, έπαιζε η μουσική και πετούσε- έτσι έγινε και άνθρωπος του αέρα.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑΚΥΡ ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΝΑΛΗΣ