Πατρίδα του ολυμπιονίκη Ιερώνυμου (6ος-5ος αι. π.Χ.) η Άνδρος, του κωμικού ποιητή Αμφία (4ος αι. π.Χ.), αλλά και του Θεόφιλου Καΐρη (1784-1853), έπειτα από λόγο του οποίου ξεκίνησε η Ελληνική Επανάσταση στο νησί τον Μάϊο του 1821. Αυτή την εποχή η Άνδρος ευημερεί οικονομικά χάρη στην ισχυρή της ναυτιλία αλλά και χάρη στην επένδυση εκ μέρους των πλοιοκτητών στην ατμοκίνητη ναυτιλία. Στις αρχές του 20ου αι. η Άνδρος ήταν δεύτερη, μετά τον Πειραιά, σε αριθμό νηολόγησης πλοίων, ενώ τότε ιδρύθηκε στη Χώρα από τον Δημήτρη Μωραϊτη η Υπερωκεάνειος Εθνική Ατμοπλοΐα, η οποία δρομολόγησε ατμόπλοια για πρώτη φορά μεταξύ Ελλάδας-Νέας Υόρκης. Τόπος καταγωγής και του ποιητή Ανδρέα Εμπειρίκου (1901-1975), η Άνδρος με τη μεγάλη ναυτική παράδοση και τη διάκριση οικογενειών ναυτικών όπως των Γουλανδρή και Εμπειρίκου, εντυπωσιάζει με το πολύμορφο φυσικό της κάλλος να διαμοιράζει τις χάρες του σε παραλίες, οροσειρές και κατάσπαρτες με εσπεριδοειδή κοιλάδες.

Ελαιώνες και αμπελώνες πλαισιώνουν την πλούσια βλάστηση του νησιού με τους αγρούς και τους κήπους, ενώ πλήθος δέντρων, από καστανιές, καρυδιές, πλατάνους, βελανιδιές, ιτιές, λεύκες, μουριές και λυγαριές συνδράμει στην καταπράσινη όψη του με το θυμάρι, τον κρόκο και το φασκόμηλο να συμβάλει στην ευωδία του. Την ίδια στιγμή, με τα άφθονα υδάτινα τοπία της που συνθέτουν πηγές, ρέματα και χείμαρροι, η Άνδρος με τη δεύτερη μεγαλύτερη έκταση των Κυκλάδων μετά τη Νάξο και με τα πιστοποιημένα μονοπάτια 100 χιλιομέτρων να έχουν ενταχθεί στον ευρωπαϊκό χάρτη πεζοπορίας, έλκει ποικιλοτρόπως το φυσιοδιφικό ενδιαφέρον.

Η ρεματιά της Πυθάρας στο χωριό Αποίκια, ένας τόπος ιδιαίτερης φυσικής ομορφιάς αλλά και περιβαλλοντολογικής αξίας, δικαίως αποκαλείται και Νεραϊδότοπος, αφού τα άφθονα νερά της δημιουργούν έναν εκπληκτικό βιότοπο με μικρούς καταρράκτες και λιμνούλες όπου αφθονεί η υδρόβια ζωή. Στο ειδυλλιακό αυτό τοπίο ευδοκιμούν και χαίρονται τη φύση σπάνια είδη φυτών και αγριολούλουδα, πολλά και διαφορετικά είδη πουλιών, καθώς και αρκετά αμφίβια. Παράλληλα, το νησί κοσμείται από το κορυφαίο αλλά και αρχαιότατο γεωλογικό αξιοθέατο του σπηλαίου στο χωριό Αλαδινό, ηλικίας 4,5–5 εκατομμυρίων ετών και εκτάσεως περίπου 500 τ.μ. με σταλακτίτες, σταλαγμίτες, ελικτίτες, κρεμαστούς βράχους και πολύχρωμα πετρώματα.
Στο φυσικό της κάλλος οφείλει η Άνδρος τις αρχαίες της ονομασίες Υδρούσα (με άφθονα νερά), Επαγρίς, Νωναγρία (υγρό πεδίο), Λασία (με πλούσια βλάστηση) και Γαύρος, στις οποίες αναφέρεται ο Πλίνιος, όπως και στο όνομα Άντανδρος, όμως η επικρατέστερη εκδοχή για την ονομασία του νησιού ανάγεται στον πρώτο της μυθικό οικιστή Ανδρέα ή Άνδρο. Ο Διόδωρος Σικελιώτης παραδίδει πως ο δίκαιος και σοφός Ραδάμανθυς και αδελφός του Μίνωα, του βασιλιά της Κρήτης, όρισε τους ηγεμόνες των νησιών και μεταξύ αυτών όρισε ηγεμόνα της Άνδρου τον Ανδρέα (Ανδρεύς), τη στιγμή που πολύ αργότερα ο Στέφανος ο Βυζάντιος καταγράφει πως το νησί ονομάστηκε από τον Άνδρο, γιο του Ευρυμάχου, ή του Ανίου, του πατέρα των Οινοτρόπων.
Μερικοί, όμως, συνεχίζει ο Στέφανος, αποκαλούν αυτόν τον οικιστή Ανδρέα, γιο του Ανίου. Ο Άνιος ήταν γιος του Απόλλωνα και της Ροιούς και βασιλιάς στη Δήλο την εποχή του Τρωικού πολέμου αλλά καταγόταν και από τον Διόνυσο, η κυρίαρχη λατρεία του οποίου αποτυπώνεται στα αρχαία νομίσματα του νησιού. Εξάλλου, ως σχετιζόμενη και η Άνδρος με τον Διόνυσο, δεν υπολείπεται σε μυθολογικές παραδόσεις σχετικές με τον οίνο της, με πιο εντυπωσιακή εκείνη που παραδίδει ο Πλίνιος πως, σύμφωνα με τον Ρωμαίο ύπατο Μουκιανό, στο νησί υπήρχε δίπλα στον ναό του Διονύσου πηγή που ανέβλυζε κρασί κατά τον επταήμερο εορτασμό του θεού, όμως αν μεταφερόταν μακριά από τον ναό, τότε το κρασί μετατρεπόταν σε νερό. Για το οἴνου ῥεῦμα της Άνδρου γράφει και ο Φιλόστρατος στις Εικόνες του, όπου η γη του νησιού εξαιτίας του Διονύσου χαρακτηρίζεται ὕποινος, δηλ. γεμάτη από οίνο.
Ο Φώτιος διασώζει στη Βιβλιοθήκη του πως σύμφωνα με τον μυθογράφο Κόνωνα ο Άνιος ήταν γιος του Απόλλωνα και της Κρέουσας (και όχι της Ροιούς) και πως ο γιος αυτού του Άνιου Άνδρος αφού εγκαταστάθηκε στο νησί τού έδωσε το όνομά του. Με πιο πολλές πληροφορίες ο υπομνηματιστής του Βεργιλίου Σέρβιος, ερμηνεύοντας τον στ. 3.80 της Αινειάδας γράφει πως αυτός ο Άνιος ήταν βασιλιάς, γιος και ιερέας του Απόλλωνα και είχε γιο τον Άνδρο από τον οποίο ονομάστηκε το νησί Άνδρος. Στο λεξικό του Σούδα πληροφορούμαστε πως η Αθηνά είχε στην Άνδρο την προσωνυμία Ταυροβόλος επειδή όταν ο Άνιος έδωσε έναν ταύρο στους Ατρείδες, τους διέταξε να ιδρύουν έναν ναό της θεάς όπου τυχόν παρέμεναν για λίγο, ώστε να έχουν καλό ταξίδι στη συνέχεια. Άλλωστε, από τις καλύτερα σωζόμενες πόλεις της γεωμετρικής περιόδου στην Ελλάδα είναι και ο αρχαίος οικισμός της Ζαγοράς (10ος-8ος π.Χ.), ανασκαφές από τον οποίο έφεραν στο φως έναν ναό αφιερωμένο μάλλον στην Αθηνά που λειτούργησε έως και τον 5ο π.Χ. αιώνα.

Όσον αφορά στη θέση του νησιού, τόσο ο Ηρόδοτος στις διηγήσεις του, ο Ηρακλείδης ο Ποντικός και ο Σκύλαξ, όσο ο Αρτεμίδωρος, του οποίου το κείμενο παραδίδει ο Στράβων, ο Υγίνος, ο Διονύσιος Καλλιφώντος και ο Πομπώνιος Μέλας που αποδίδει την ονομασία των νησιών στον κύκλο που σχηματίζουν, ενώ ο Πλίνιος πιο συγκεκριμένα στον κύκλο που σχηματίζουν γύρω από τη Δήλο, αλλά και ο Αμπέλιος, συγκαταλέγουν την Άνδρο στις Κυκλάδες. Νῆσος μία τῶν Κυκλάδων καταγράφεται η Άνδρος και από τον Στέφανο τον Βυζάντιο.

Κατά την προϊστορική και αρχαϊκή εποχή πρώτοι κάτοικοι του νησιού υπήρξαν διαδοχικά οι Πελασγοί, οι Κάρες, οι Φοίνικες, οι Κρήτες και τέλος οι Ίωνες. Σύμφωνα με τον Βελλήιο Πατέρκουλο προχωρώντας οι Ίωνες από την Αθήνα με αρχηγό τον Ίωνα, κατέλαβαν τη θαλάσσια περιοχή που αργότερα ονομάστηκε Ιωνία και έχτισαν πολλές πόλεις όπως ήταν η Έφεσος, αλλά κατέλαβαν και πολλά νησιά στο Αιγαίο και στο Ικάριο πέλαγος, μεταξύ των οποίων και η Άνδρος. Νωρίτερα, και ήδη από την εποχή του Χαλκού, γνώρισαν ιδιαίτερη ακμή οι οικισμοί Μικρογιάλι, Πλάκα και Στρόφιλας που θεωρείται ο μεγαλύτερος σωζόμενος οικισμός της Νεολιθικής Εποχής του Αιγαίου (4000 π.Χ.) και η αρχαιότερη πόλη της Ευρώπης, όπως και εμπορικό κομβικό σημείο ανάμεσα σε Κυκλάδες και Κρήτη με την ηπειρωτική Ελλάδα.
Τον 7ο αι. π.Χ. οι Ανδρείοι μαζί με τους Χαλκιδείς ιδρύουν στη Χαλκιδική τέσσερις πόλεις – αποικίες, την Άκανθο, την Άργιλο, τη Σάνη και τα Στάγειρα, την πατρίδα του Αριστοτέλη. Κατά την κλασική εποχή η Άνδρος με πρωτεύουσά της την Παλαιόπολη, το οικονομικό και εμπορικό κέντρο της έως και τον 1ο μ.Χ. αι., γνωρίζει ευμάρεια την οποία μαρτυρά η πλούσια νομισματοκοπία της αλλά και το εντυπωσιακό άγαλμα του Ερμή της Άνδρου, αντίγραφο του οποίου των Ελληνιστικών χρόνων κάνει υπερήφανο το Αρχαιολογικό Μουσείο της Χώρας του νησιού. Αυτό το άγαλμα φιλοτεχνήθηκε από Πάριο μάρμαρο γύρω στο 360 π.Χ., από γλύπτη βαθιά επηρεασμένο από τον Ερμή του Πραξιτέλη, ενώ από τα καλύτερα διατηρημένα μνημεία της Ελληνιστικής περιόδου (4ος-3ος αι. π.Χ.) ο Πύργος του Αγίου Πέτρου κατασκευασμένος από εντόπιο σχιστόλιθο και κτισμένος σε κυλινδρικό σχήμα, διασώζει εντός του χρόνο.

Κατά την εποχή της Αυτοκρατορίας των Κομνηνών (12ος αι. μ.Χ.) η Άνδρος αναπτύσσεται στον τομέα της μεταξουργίας και μετατρέπεται σε κέντρο εξαγωγών μεταξωτών και αραχνοΰφαντων υφασμάτων στη Δύση. Τον 13ο αι. μ.Χ. και με σκοπό τον έλεγχο της θάλασσας κατασκευάζεται από τον Ενετό Μαρίνο Ντάντολο το Μέσα ή Κάτω Κάστρο (Castel a basso) της Άνδρου σε νησίδα έμπροσθεν της Χώρας. Κι ενώ μια μονότοξη πέτρινη γέφυρα της εποχής συνδέει αυτή τη νησίδα με τη στεριά, το εξίσου χτισμένο από τους Ενετούς ηγεμόνες Πάνω Κάστρο (Castel del alto) ή αλλιώς της Φανερωμένης, μαζί με τα ιστορικά μοναστήρια της Ζωοδόχου Πηγής (στο Μπατσί) και της Παναγίας Τρομαρχιανής (στο Κόρθι) προσφέρουν γενναιόδωρα εφάμιλλη θέα. Μικρότερα κάστρα και οχυρώσεις υπήρχαν διάσπαρτα στο νησί, μεταξύ των οποίων και ο Πύργος του Μακροτάνταλου, το Βρυόκαστρο στο Βαρίδι και το Καστελλάκι στις Γίδες.

Συναγωνιζόμενη τη Νάξο σε αφθονία Μουσείων, η Άνδρος έχει να επιδείξει στη Χώρα το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Ιδρύματος Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή, το Αρχαιολογικό, το Ναυτικό, το Ψηφιακό, το Μουσείο Λαογραφίας και Χριστιανικής Τέχνης και το Ίδρυμα Κυδωνιέως, όπου διοργανώνονται ετησίως οι Πλόες, μία έκθεση με έργα ζωγράφων. Εφάμιλλα με τα Μουσεία της Χώρας, διεκδικούν με όμοιο ζήλο την επισκεψιμότητά τους το Λαογραφικό στο Συνέτι, το Αρχαιολογικό στην Παλαιόπολη και το Μουσείο Ελιάς Κυκλάδων στον Πιτροφό.

Κείμενο: Αγγελική Ηλιοπούλου Υπ. Διδάκτωρ Λατινικής Φιλολογίας στο ΕΚΠΑ

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΑΒΗΣ

    ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ:

Αυτοπροσδιορίζεται εύστοχα ως μετά-αστός που μέσα από μια εσωτερική προεργασία κατάφερε να κλείσει τον κύκλο της πόλης και να μετατοπίσει το κέντρο βάρους στον Αιγιακό χώρο. Ζει στον ορεινό όγκο της Άνδρου στο σπίτι που έχτισε με τα χέρια του και προσπαθεί και ως ένα σημείο έχει καταφέρει να βρει τον σωστό ρυθμό των πραγμάτων.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΜΑΒΗΣ