You are currently viewing ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΟΚΚΩΝΗΣ

ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΟΚΚΩΝΗΣ

    ΤΟΠΟΘΕΣΙΑ:

Σε πιάνει δέος κοιτάζοντας τον Μανώλη Κοκκώνη. Νομίζεις πως το τρίγωνο που δημιουργεί η γενειάδα του στο στήθος του θα κεντήσει την επιθυμία σου να τον γνωρίσεις και να μάθεις για εκείνον. Οι γραμμές του μετώπου του μια κυματώδης θάλασσα, μια ζωντανή απεικόνιση ολόκληρης της ζωής του. Για τριάντα ολόκληρα χρόνια, από το 1962 ως το 1993 υπήρξε ναυτικός στα καράβια, τόσο σε βαπόρια όσο και σε κρουαζιερόπλοια, στα οποία δηλώνει πως ήταν καλύτερα συγκριτικά.

Βραβεύτηκε ως ο καλύτερος λοστρόμος από τους Ροταριανούς, κι ενώ ο ίδιος αποδίδει με μεγάλη μετριοφροσύνη στη λεπτή του σωματοδομή την ικανότητά του να μπαίνει εκεί που περνάει η καδένα με την άγκυρα στα βαπόρια για συντήρηση, η γυναίκα του την αποδίδει στη γενναιότητά του. Εξάλλου, κανείς άλλος δεν ήθελε να το κάνει αυτό κι ελάχιστοι το έκαναν. Αγαπημένο του ταξίδι υπήρξε εκείνο στην Ιαπωνία, το μεγαλύτερό του διήρκησε 55 ημέρες από την Αμερική στις Ινδίες, ενώ τις πιο δύσκολες καιρικές συνθήκες τις συνάντησε στην Ανταρκτική.

Μετά την πρώτη του θαλασσινή τριαντακονταετία, ακολούθησε και μία δεύτερη, κατά την οποία, αφού έβγαλε μια σχολή για σκι, υπήρξε έπειτα δάσκαλος του σκι στην πρώτη σχολή της Πάτμου του θαλάσσιου αυτού αθλήματος. Τη σχολή αυτή την άνοιξε μαζί με τον αδελφό του κάτω από το σπίτι του στην παραλία Αγριολίβαδο, της οποίας και υπήρξε εμβληματική μορφή. Αφηγείται ως αξιομνημόνευτο γεγονός της παραλίας την εκεί άφιξη του Μπους του πρεσβύτερου, ο οποίος του ζήτησε να φωτογραφηθούν μαζί. Αφηγείται ακόμη πως η Μπάρμπαρα έκανε μπάνιο με γιατρούς και σωματοφύλακες μόνη της. Κι αν εκείνοι προστάτευαν τη μεγάλη κυρία, ο ίδιος φρόντιζε και προστάτευε την ίδια την παραλία αλλά και τους διερχομένους.

Όταν ακόμη δεν υπήρχε δρόμος παρά μονάχα μονοπάτι και χωματόδρομος, ο Μανώλης βοηθούσε όσους τυχόν χτυπούσαν, ενώ ο ίδιος κατέφθανε από το ξημέρωμα στην παραλία για να την καθαρίσει και να την στρώσει, ώστε οι επισκέπτες της να τη βρουν περιποιημένη. Ακόμη, συνετέλεσε στην ιδέα ευρεσιτεχνίας που αφορούσε στη σταθερότητα των ομπρελών με μπετόβεργες, και η οποία κατοχυρώθηκε στο κράτος. Παρά την αφοσίωσή του και την επιθυμία του για την καλύτερη εξυπηρέτηση και εντύπωση, θυμάται ότι την πλειοψηφία της παραλίας συνιστούσαν κακότροπα άτομα της «υψηλής» κοινωνίας που θεωρούσαν δεδομένο ότι δεν θα πληρώσουν.

Ύστερα από τη δεύτερη θαλασσινή του τριαντακονταετία, ασχολείται πλέον με τη γη και το ψάρεμα, απολαμβάνοντας παράλληλα και τον κήπο του, τον ωραιότερο κήπο του νησιού. Οι επί τριάντα χρόνια πελάτες του στην παραλία, πλέον τον επισκέπτονται στον ευωδιαστό του κήπο. Θεωρεί πώς ό,τι κι αν κάνει κάποιος, κάποια στιγμή θα του φανεί ανιαρό. Τα μόνα ωστόσο στα οποία δεν ένιωσε ποτέ πλήξη είναι η ενασχόληση με τον κήπο του και το ψάρεμα. Ο Μανώλης Κοκκώνης, στα 76 του χρόνια δεν έχει μόνο ευωδιαστό κήπο, αλλά και ευωδιαστή ψυχή και μάτια ρομαντικά, στα οποία έχουν μείνει ανεξίτηλα χιλιάδες ηλιοβασιλέματα. «Όλα κάποτε τελειώνουν», λέει «στο φινάλε. Η αξιοπρέπεια μένει».